αθωρικός

αθωρικός
-ή, -ο [Αθώρ]
ο σχετικός με τη θεά Αθώρ
λέγεται για τον ρυθμό τών αιγυπτιακών κιόνων, χαρακτηριστικό των οποίων αποτελούν τα τετράπλευρα κιονόκρανα, που φέρουν ως διακόσμηση, σε κάθε μία από τις τέσσερεις πλευρές, ένα από τα πρόσωπα τής θεάς Αθώρ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”